Η συγγραφέας
Κάποτε, αρκετά χρόνια πριν – όχι πολλά μα αρκετά - γεννήθηκε ένα κορίτσι, ευαίσθητο και ονειροπόλο που λάτρευε να παρατηρεί τις δροσοσταλίδες στα λουλούδια, πιότερο όταν έμπαινε ο Μάρτης και η ανοιξιάτικη του μυρωδιά πλημμύριζε την ατμόσφαιρα. Μεγάλωσε σε ένα μέρος μαγευτικό, σε μια από εκείνες τις γειτονιές με τα πέτρινα σπίτια, τους μοσχομυρωδάτους κήπους, τα γιασεμιά και τις ευωδιές από τις τριανταφυλλιές στα παρτέρια.
Τα παιδικά της χρόνια ανέμελα, κυριευμένα από χρώματα. Από πολύ μικρή οι γονείς της διαπίστωσαν την αγάπη της για το γράψιμο. Πρώτος ο πατέρας της επειδή έγραφε κι εκείνος.
Είχε μια παλιά γραφομηχανή και αρκετά βράδια, πολύ αργά, μια - δυο ώρες πριν από το χάραμα, άκουγε τους χτύπους της. Στην αρχή δεν κατάλαβε τι ήταν εκείνο που έφτανε στα αυτιά του. Ένα βράδυ όμως που σηκώθηκε είδε το κοριτσάκι να κάθεται και να πληκτρολογεί. Και μπορεί στο λευκό χαρτί να υπήρχαν απλά σύμφωνα και φωνήεντα, χωρίς καμιά απολύτως σημασία, αφού στην ηλικία των τεσσάρων χρόνων δεν ήξερε ακόμη να γράφει, ο πατέρας όμως αισθάνθηκε περήφανος για τη μικρή του κόρη. Γι’ αυτό και όταν πήγε σχολείο και άρχισε επιτέλους να διαβάζει, σεβόμενος την λατρεία της για τα βιβλία, την πήγε στο κεντρικό βιβλιοπωλείο της πόλης και της αγόρασε παραμύθια, αλλά και κλασικά αριστουργήματα, ανάμεσα σε αυτά τον Οδυσσέα, τον Ιβανόη, την Καλύβα του Μπάρμπα Θωμά και την Παναγία των Παρισίων, πλημμυρίζοντας την καρδούλα της με ευτυχία. Πόσο της άρεσε η μυρωδιά του χαρτιού και τα ονειρεμένα εκείνα ταξίδια τα οποία βίωνε μέσα από το διάβασμα. Τα λάτρευε. Στην ηλικία των 9 χρονών βρέθηκε στο χωριό του πατέρα της για τις διακοπές του Πάσχα. Και ήταν εκεί, κάτω από τον ήλιο που έλουζε λαμπρός ολάκερη την πλάση, με θέα μια κυματιστή πεδιάδα, κατακλυσμένη από δεκάδες κίτρινες κουκκίδες, χαραγμένες με πράσινο, που από κοντά θα μπορούσε άνετα κανείς να διακρίνει πως ήταν μαργαρίτες και καμπυλωτούς λόφους οι οποίοι έσμιγαν δαντελωτά με την άκρη του απαλού, γαλάζιου ουρανού που θα δημιουργούσε την πρώτη της ιστορία. Μια ιστορία που είχε να κάνει με μια πανέμορφη κοπέλα της οποίας ο αγαπημένος είχε μετατραπεί, εξαιτίας μια κατάρας, σε πέτρα κι έπρεπε εκείνη να τον έσωζε. Τα δαχτυλάκια της λοιπόν κινήθηκαν στο χαρτί κι έγραψε το πρώτο της παραμύθι σε ένα τετράδιο με ξύλινο εξώφυλλο, το οποίο κιόλας εικονογράφησε και μόνη της με εικόνες που είχε ζωγραφίσει η ίδια. Κάποια χρόνια αργότερα θα το έπιανε ξανά και θα δημιουργείτο το παιδικό της μυθιστόρημα η Αυγή και το Μυστικό του μαύρου διαμαντιού. Η αρχή είχε γίνει. Στην ηλικία των 14 ετών ολοκλήρωσε το πρώτο της βιβλίο, ένα περιπετειώδες μυθιστόρημα που παραμένει ανέκδοτο στη βιβλιοθήκη της μέχρι σήμερα, ενώ στην ηλικία των 18 χρόνων κι ενώ σπούδαζε δημοσιογραφία στην Αθήνα άρχισε να γράφει το Πέρα Απ’ Τους Αμμόλοφους, ένα βιβλίο που ολοκλήρωσε μερικά χρόνια αργότερα και ήταν το πρώτο της που έχει εκδοθεί. Ακολούθησαν τα: Τα δάκρυα δεν στέγνωσαν ποτέ, Ο άγγελος της ομίχλης, το μονοπάτι των ονείρων, Και ύστερα σου λένε έφταιγε η Εύα, Άγριος Γαλάζιος Ουρανός, Υπάρχουν στιγμές που κρατάνε για πάντα, το αρχοντικό της λίμνης, Όπου πάει η καρδιά, το μπλε ρόδο και η κατάρα της μάγισσας (μόνο e book). Επειτα το Τριαντάφυλλα του ανέμου, Οι κόρες των βράχων, Ματωμένα νούφαρα, οι επανεκδόσεις του τα Δάκρυα δεν στέγνωσαν ποτέ και του
Αρχοντικού της λίμνης που μετονομάστηκε στο Κορίτσι της λίμνης, Το σπίτι στην κορυφή του λόφου, Φλογα από τη στάχτη, ο Λυγμός της μάγισσας.